Τετάρτη βράδυ σιγοβρέχει μοναξιές
τσιγάρο ο πόνος και τραβάω ρουφηξιές.
Παραπονιέται στα ηχεία η μουσική
παραίσθηση μου, φανερώνεσαι κι εκεί.
Αν μ’ αγάπησες λιγάκι κατά βάθος
εμφανίσου μια φορά πραγματικά.
Το τέλος τ’ άντεξα αλλά δεν είμαι βράχος
και δακρύζω που και που με λαϊκά.
Είναι κάτι λαϊκά με κάτι στίχους
που μου καίνε την καρδιά, ραγίζουν τοίχους.
Λέξη, λέξη σου `χουν πει παράπονά μου
που επέλεξες να ζήσεις μακριά μου.
Είναι κάτι λαϊκά που πετυχαίνω
σε σταθμούς του ραδιοφώνου και πεθαίνω.
Και με πιάνει ξαφνικά μια στενοχώρια
λες και γράφτηκαν για μας που ζούμε χώρια.
Είναι κάτι λαϊκά.
Μοναστηράκι, Αναφιώτικα μετά
ανάβει η θλίψη μες τα φώτα τα σβηστά.
Κι αφού στ’ αλήθεια δε σ’ αγγίζω στο κορμί
σκορπίζω στάχτη στου αέρα την ορμή.
Αν δε σου έλειψε στιγμή η αγκαλιά μου
ούτε λέξη να μη πούμε τελικά.
Τ’ ανομολόγητα βαθιά αισθήματά μου
με τραγούδια θα σ’ τα λέω λαϊκά.
Είναι κάτι λαϊκά με κάτι στίχους
που μου καίνε την καρδιά, ραγίζουν τοίχους.
Λέξη, λέξη σου `χουν πει παράπονά μου
που επέλεξες να ζήσεις μακριά μου.
Είναι κάτι λαϊκά που πετυχαίνω
σε σταθμούς του ραδιοφώνου και πεθαίνω.
Και με πιάνει ξαφνικά μια στενοχώρια
λες και γράφτηκαν για μας που ζούμε χώρια.
Είναι κάτι λαϊκά.